Με αφορμή τη “Λυκοχαβιά” του Κώστα Μπαρμπάτση
Υπάρχουν στιγμές που ο πόνος δεν είναι απλώς μια σωματική εμπειρία, αλλά μια γλώσσα. Μια γλώσσα που δεν μεταφράζεται εύκολα σε λέξεις, μα βρίσκει τρόπους να εκφραστεί μέσα από τη δημιουργία. Κάποιοι ζωγραφίζουν, άλλοι σωπαίνουν — και κάποιοι γράφουν. Από εκεί, από αυτή τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στη σιωπή και την ανάγκη να ειπωθεί το ανείπωτο, γεννιούνται έργα σαν τη Λυκοχαβιά του Κώστα Μπαρμπάτση.
Η συλλογή διηγημάτων, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος (2022), αποτελεί το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα. Έξι ιστορίες, απλωμένες στα χρόνια του πολέμου, της Κατοχής και του Εμφυλίου, φωτίζουν την ελληνική ύπαιθρο — την Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο — όχι μέσα από τον ηρωισμό, αλλά μέσα από την πληγή. Η γλώσσα, γεμάτη ντοπιολαλιά και ρυθμό, κουβαλά το άρωμα του χώματος και την πίκρα της καθημερινότητας.

Οι ήρωες του Μπαρμπάτση είναι άνθρωποι που πονάνε χωρίς φωνή — η Σεβαστή που χάνει τον Ζαχαρία, ο Τσίλιας, ο μούτος, που συντροφεύεται από τον λύκο του, το Ζάρκο, ο Λευτέρης, ο λοχαγός που παλεύει να κρατήσει μια υπόσχεση ακόμη κι όταν το μέτωπο καταρρέει, η Γεωργία, που γυρίζει είκοσι χρόνια στους σταθμούς λεωφορείων για ένα βλέμμα του Κωνσταντή, ο Λώλος που γελά για να μην κλάψει. Ο καθένας τους κουβαλά τον δικό του πόνο, προσωπικό και συλλογικό μαζί. Πρόκειται για όλους εκείνους τους “μικρούς” ανθρώπους που σήκωσαν βάρη μεγαλύτερα απ’ τη ζωή τους.
Και είναι αυτός ο πόνος που δίνει ζωή στις ιστορίες. Όπως και στη ζωή, έτσι και στη γραφή, ο πόνος γίνεται ύλη δημιουργίας όταν τολμήσεις να τον κοιτάξεις. Όταν πάψεις να τον κρύβεις κάτω από το χαλί και τον αφήσεις να σου μιλήσει. Ο Μπαρμπάτσης, μέσα από την απλότητα της αφήγησης και τη γνήσια συγκίνηση, δείχνει πως ο άνθρωπος δεν σώζεται από το να μην πονέσει, αλλά από το να μπορέσει να αφηγηθεί αυτόν τον πόνο.
Η Λυκοχαβιά είναι ένα σκληρό βιβλίο για τον ανείπωτο πόνο που γίνεται φωνή. Για τον άνθρωπο που, ακόμη κι όταν δεν έχει πια δύναμη να σταθεί, βρίσκει έναν τρόπο να πει την ιστορία του. Για τον δικό μας πόνο σήμερα, που μπορεί να μην έχει πια σφαίρες, ανέχεια και λάσπες, αλλά έχει μοναξιά, απώλεια, κόπωση. Ο Μπαρμπάτσης δεν γράφει απλώς για ήρωες: γράφει για ανθρώπους που πονούν, μα συνεχίζουν.
Και τελικά, ίσως εκεί να βρίσκεται η πιο βαθιά μορφή δημιουργίας: στη στιγμή που ο πόνος μεταμορφώνεται σε λέξη, και η πληγή σε μνήμη.
Discover more from Φιλοblogiko
Subscribe to get the latest posts sent to your email.
