«Στέλλα Βιολάντη», Γρηγόριος Ξενόπουλος

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΕΙΔΟΣ: Το διήγημα έχει το χαρακτήρα ηθογραφικού αστικού δράματος. Μια συντηρητική αστική κοινωνία, στην οποία ο πατέρας ορίζει τη ζωή των υπολοίπων μελών της οικογένειας .Διαγράφονται τα ήθη ,οι συμβατικότητες και οι μικρότητες του κοινωνικού μικρόκοσμου. Κυρίαρχη άξια είναι ο πλούτος , το κοινωνικό γόητρο, το συμφέρον υλικό και ηθικό. Ο συγγραφέας επικρίνει τον πουριτανισμό, το δεσποτισμό και την υποκρισία της αστικής κοινωνίας

ΘΕΜΑ: Η σκηνή του αποσπάσματος έχει θέμα τη σύγκρουση της Στέλλας με τη μητέρα της, σύγκρουση δυο διαφορετικών κόσμων: ενός αλλοτριωμένου, συντηρητικού , αυταρχικού και ενός νέου φιλελεύθερου που ζει με το όραμα μιας καλύτερης και αγνότερης ζωής.

ΔΟΜΗ:Η σκηνή έχει χαρακτηριστικά θεατρικού σεναρίου και έχει αυτοτέλεια και ενότητα.

Αφηγηματικές τεχνικές: Ο αφηγητής είναι παντογνώστης, μη δραματοποιημένος, που γνωρίζει και τις πιο μύχιες σκέψεις των προσώπων και τα συναισθήματα τους. Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη και η εστίαση μηδενική.

Αφηγηματικοί τρόποι: α)Διήγηση,

β)διάλογος με τον οποίο το κείμενο αποκτά ζωντάνια αμεσότητα παραστατικότητα θεατρικότητα και σκιαγραφείται αμεσότερα ο χαρακτήρας των προσώπων,

γ)ελεύθερος πλάγιος λόγος με τον οποίο αποδίδονται οι σκέψεις της Στέλλας

δ) περιγραφή για να αποδώσει πιστά τα εξωτερικά και τα εσωτερικά γνωρίσματα των προσώπων..

Γλώσσα: απλή , δημοτική, καθημερινή στοιχείο που συμβάλλει στην αληθοφάνεια και τη ρεαλιστική απόδοση των χαρακτήρων, τη λεπτότητα και την ευαισθησία και αποδίδει τις συγκρούσεις χωρίς μελοδραματισμούς και ρητορείες. Ο λόγος είναι λιτός και συγκρατημένος.

ΠΡΟΣΩΠΑ: 

Παναγής Βιολάντης: άνθρωπος δεσποτικός και αυταρχικός που θέλει να επιβάλλει την άποψή του σε όλους. οι αρχές του στηρίζονται στην τυφλή υπακοή, στην απόλυτη πειθαρχία των μελών της οικογένειας του. Η πεισματική του συμπεριφορά καθορίζεται από τον πληγωμένο του εγωισμό και από το φόβο μήπως χάσει την κοινωνική του υπόληψη. Μόνη του έγνοια το κύρος και το γόητρό που πηγάζει από τη λαμπρότητα του πλούτου του και από το προσωπείο του αξιοσέβαστου πατριάρχη της μεγαλοαστικής οικογένειας, το κερδισμένο με το φόβο των δικών του, φόβος που έξωθεν παρουσιάζεται ως σεβασμός και αγάπη.

Στέλλα Βιολάντη. Είναι ο ελεύθερος άνθρωπος ,ο ηθικός, ο αληθινός, ο προοδευτικός που ορίζει απόλυτα τον εαυτό της .Έχει ισχυρή προσωπικότητα και το ήθος της διακρίνεται από ευγένεια, ευαισθησία, αποφασιστικότητα και ακεραιότητα. Αν και ξέρει ότι όλοι έχουν ευθυγραμμιστεί με τις εντολές του πατέρα ,εμμένει στις αρχές της ,δεν προδίδει την αγάπη της και τις αξίες της. Έχει υπερηφάνεια ,αξιοπρέπεια και πείσμα που υπαγορεύεται όμως από ψυχικό μεγαλείο, από ένα όραμα για μια αγνή, πιο ανθρώπινη και πιο αληθινή ζωή. Δε συμβιβάζεται με τις παλιές πουριτανικές αρχές των δικών της , έχει έντονη ιδιοσυγκρασία, υψώνει το ηθικό της ανάστημα βαδίζοντας στο δρόμο της ηθικής ακεραιότητας αλλά και της θυσίας. Με σοβαρότητα και αξιοπρέπεια απορρίπτει και περιφρονεί, περιμένοντας να αγαπηθεί αληθινά, να αγαπήσει αληθινότερα και με την ευχή του πατέρα της να ζήσει ευτυχισμένη. Ὄχι δὲν εἶπα πὼς θέλω νὰ πάρω τὸ Χρηστάκη χωρὶς τὴ θέλησή σας. Ποτὲ  δὲν εἶπα τέτοιο λόγο. Μὰ δὲ θὰ πάρω καὶ κανένα, ποὺ δὲν θὰ τὸν θέλω κ’ ἐγώ. Εἶναι δικαίωμά μου.

Αυτό το δικαίωμα στην επιλογή υπερασπίζεται με ισχυρή θέληση και θαυμαστή μαρτυρική καρτερία, απέναντι στον παραδοσιακό αυταρχισμό του πατέρα αφέντη.

Δὲν ξέρω γιὰ σᾶς, μὰ ἐμέναδὲ μὲ ὁρίζει. Ἐγὼ, ἐγὼ ὁρίζωτὸν ἑαυτό μου! Η ανυπακοή της, η άρνησή της να αποτελέσει πειθαρχημένη ιδιοκτησία του πατέρα της, στερεί από την πατρική δύναμη, μειώνοντας την εξουσία πάνω στην οποία αυτός στηρίζει όλη την υπαρξιακή του ταυτότητα, το κοινωνικό του ανάστημα.

Μητέρα: Άβουλο ον, χωρίς δική της προσωπικότητα ,συμβιβασμένη, απόλυτα υποταγμένη στη θέληση του άνδρα της. Δέχεται αγόγγυστα την αυταρχική συμπεριφορά του Βιολάντη και υιοθετεί το πατριαρχικό πρότυπο που ορίζει την ύπαρξη τη δική της αλλά και όλης της οικογένειας .Αν και αγαπάει τη Στέλλα δε μπορεί να συνειδητοποιήσει τον ποιοτικά ανώτερο κόσμο της, το ψυχικό και ηθικό της μεγαλείο και να πιστέψει ότι μια γυναίκα μπορεί να αντιταχθεί στο ανδροκρατούμενο πνεύμα της εποχής.

Βιβλιογραφία:

Δ. Δρακόπουλος-Γ.Κορνελάκης-Χ.Γ.Ρώμας( Κείμενα λογοτεχνίας β λυκείου, επικαιρότητα), 

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΑΜΠΟΥΚΟΣ ΣΤΕΛΛΑ ΒΙΟΛΑΝΤΗ

Το Θέατρο της Δευτέρας (ΕΡΤ)

ΣΤΕΛΛΑ ΒΙΟΛΑΝΤΗ:

Πρωταγωνιστούν: ΙΑΚΩΒΟΣ ΨΑΡΡΑΣ (Πατέρας), ΠΑΝΟΣ ΧΑΤΖΗΚΟΥΤΣΕΛΗΣ (Χρηστάκης) ΝΙΚΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΙΛΛΙΔΗ (Στέλλα), ΜΑΡΟΥΛΑ ΡΩΤΑ(Μητέρα)

Προτάσεις Δημιουργικής Έκφρασης και Γραφής

Οι παρακάτω προτάσεις πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και ανατέθηκαν online σε ομάδες μαθητών τμήματος της Β’ Λυκείου (Brakeout session) με τη χρήση του web 2.0 εργαλείου Paddlet. Μπορούν να ανατεθούν στην e-class ή στη δια ζώσης διδασκαλία με τη χρήση tablet στην τάξη (BYOD- Bring Your Own Divice method) ή ως ατομικές εργασίες στο σπίτι.

Σελίδα από το ημερολόγιο της Στέλλας

Τι θα έγραφε η Στέλλα στο ημερολόγιό της μετά την αποχώρηση της μητέρας της από το δωμάτιο; Φανταστείτε το περιεχόμενο μιας σελίδας από το ημερολόγιό της (200 λέξεις περίπου)

Made with Padlet

Δώστε ένα άλλο τέλος στην ιστορία

Χρησιμοποιείστε 150-200 λέξεις

Made with Padlet

Τα «ραβασάκια» Στέλλας – Χρηστάκη

Τι θα έγραφε η Στέλλα στον Χρηστάκη και τι θα της απαντούσε αυτός ; «Ανταλλάξτε» 2-3 τέτοια «ραβασάκια»- σημειώματα των 100 λέξεων περίπου.

Ο κατοχικός λιμός στην Ελλάδα 1941-44 – Great Famine in Greece 1941 – 1944

Διδακτικό σενάριο για την πείνα στην Κατοχή που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο Historiana.eu στο πλαίσιο του προγράμματος «Learning to disagree» του EuroClio.

https://historiana.eu/learning-activity/famine-in-greece

Web Quest- Κώστας Καρυωτάκης

Διδακτική της ιστορίας

Άρθρο της Έφης Γεωργοπούλου στο tvxs με αρκετά ενδιαφέροντα διδακτικά παραδείγματα.

http://www.tvxs.gr/news/paideia/didaktiki-istorias-h-aisthitiki-empeiria-os-meso-kritikoy-stoxasmoy-ton-ekpaideytikon

Πίνακας του Νικολάου Γύζη, «Ιστορία»

«Εκεί που τραγουδούν οι καραβίδες», Ντέλια Όoυενς (Delia Owens), εκδ. Δώμα, Αθήνα 2019, μτφ. Ζαχαριάδου Μαργαρίτα.

Αμερική, δεκαετίες του ’50και του ‘60. Νότιες πολιτείες. Μια λευκή μητέρα που βιώνει την ενδοοικογενειακή βία εγκαταλείπει τον άντρα της και τα πέντε παιδιά της. Σε μικρό χρονικό διάστημα την ακολουθούν τα τέσσερα από τα πέντε. Η εξάχρονη Κάια, η πιο μικρή της οικογένειας, παραμένει με τον αλκοολικό πατέρα της στο σπίτι τους στο Βάλτο. Από τα δέκα της χρόνια μένει εντελώς μόνη και παλεύει να επιβιώσει, αφού και ο πατέρας της την εγκαταλείπει. Μόνοι της συμπαραστάτες  η φύση και η οικογένεια του έγχρωμου ιδιοκτήτη πρατηρίου καυσίμων και ειδών πρώτης ανάγκης, που ζει απομονωμένη λόγω των φυλετικών διακρίσεων.

Η συνέχεια όπως δημοσιεύεται στο ηλεκτρονικό περιοδικό Fractal στις 7/09/2022.

“Οι εκπαιδευτικοί γράφουν”, Β’ τόμος, Επιμέλεια : Ελένη Παπαδοπούλου (Ερανίστρια), Εκδόσεις Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2021.

Το βιβλίο αυτό, όπως και ο πρώτος ομώνυμος τόμος (« Οι εκπαιδευτικοί γράφουν…», Επιμέλεια Ελένη Παπαδοπούλου, Εκδόσεις Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2020), δε γράφτηκε από επαγγελματίες συγγραφείς, αλλά από ανθρώπους που  το βασικό λειτούργημά τους είναι η εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικοί ξανα-γράφουν, λογοτεχνούν, κάνουν τέχνη, δηλαδή, με το βασικό εργαλείο της δουλειάς τους: τον λόγο, τις λέξεις. Η καθημερινότητα του εκπαιδευτικού είναι οι λέξεις: η ερμηνεία τους, η προέλευσή τους, η διαφορετική χρήση τους ανά το χρόνο και το γνωστικό πεδίο, η σύνθεση και η σύνταξή τους, η παραγωγή τους. Με αυτές πασχίζουν στην τάξη να κεντρίσουν το ενδιαφέρον των μαθητών, χρησιμοποιώντας το κατάλληλο ύφος, με αυτές συνετίζουν, παραινούν, συγχαίρουν, ενθαρρύνουν, κατανοούν τους εφήβους και τις δυσκολίες των άγουρων χρόνων τους. Με αυτές παραδίδουν το μάθημα, διορθώνουν, βαθμολογούν τα γραπτά τους και «ποιούν ήθος» και «πάθος», όπως οι αρχαίοι  δάσκαλοι της ρητορικής, οι σοφιστές και ο (πολέμιός τους) Σωκράτης. Σκέφτονται και προβληματίζονται για τον κόσμο, αγωνιούν για το μέλλον των μαθητών τους και το δικό τους.

Η συνέχεια όπως δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό Fractal στις 14/06/2022.

Ηλίας Λ. Παπαμόσχος «Η Αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες», εκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2015

Όταν διαβάζει κανείς μια ποιητική συλλογή, δεν αρκεί μόνο μία ανάγνωση. Θα χρειαστεί και δεύτερη, ίσως και τρίτη. Οι ιστορίες του Ηλία Λ.  Παπαμόσχου στην «Αλεπού της σκάλας» είναι δισυπόστατες: μεγάλα ποιήματα ή μικρά πεζά, που χρειάζονται περισσότερες από μία αναγνώσεις. Ομολογουμένως, την αξία τους την αισθάνεται ο αναγνώστης με την απόσταση που του εξασφαλίζει η δεύτερη ανάγνωση. Η πρώτη  αφήνει την αίσθηση, η δεύτερη την ουσία και την ποιότητα.

Η συνέχεια της βιβλιοκριτικής μου, όπως δημοσιεύεται στο  στο Fractal στις 26/01/22.

Και στη σελίδα των εκδόσεων Κίχλη.

Ίβο Άντριτς «Η δεσποινίδα», Μετάφραση: Χρήστος Γκουβής, εκδ. Καστανιώτη , Αθήνα 1996

«Μα την αλήθεια, αυτό πια δεν είναι ζωή, δεν είναι τίποτε άλλο παρά σκληρή και ανελέητη οικονομία»

Γράφει η Βασιλική Γιάννου

Η βιβλιοκριτική μου για το βιβλίο του Ίβο Άντριτς δημοσιεύτηκε στο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό Fractal, στις 14/09/21.

Μπορείτε να την διαβάσετε ολόκληρη εδώ.

ΤΟ ΚΟΥΔΟΥΝΙ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ, Ευγένιος Τριβιζάς, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2019

Διάβασα για πρώτη φορά τον Τριβιζά ως αναγνώστρια του παιδικού περιοδικού «Το ρόδι» (που εξέδιδε η Δροσούλα Βασιλείου-Έλιοτ, κόρη του Ζωγράφου Σπύρου Βασιλείου στις δεκαετίες του 80 και του 90). Εκεί ο Τριβιζάς έγραψε σε συνέχειες τα κατοπινά του μυθιστορήματα «Το όνειρο του σκιάχτρου», «Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι», με πρωταγωνιστή τον χιονάνθρωπος Τουρτούρη, και δημιούργησε τον Αιμίλιο το μήλο, βασικό χαρακτήρα της θρυλικής Φρουτοπίας. Στους σχετικούς με τη Φρουτοπία διαγωνισμούς δημιουργικής γραφής για τους αναγνώστες του περιοδικού είχα διακριθεί και είχα κερδίσει μάλιστα ένα πολύτιμο βραβείο : ένα πούπουλο από το μαξιλάρι της Ωραίας Κοιμωμένης!

        Όταν έγινα μαμά, διάβαζα στα παιδιά μου τα βιβλία και τα παραμύθια του Τριβιζά, όπως το «Ποιος έκανε πιπί στο Μισσισιπί» (το αγαπημένο τους), «Ένα κεράκι για το ρινοκεράκι»,»Ο ήλιος της Λίζας», «Ο ταύρος που έπαιζε πίπιζα», «Η Πουπού και η Καρλότα» και φυσικά όλη τη Φρουτοπία, η οποία είχε κυκλοφορήσει σε κόμικ. Διάβασα και το «Η τελευταία μαύρη γάτα «, το μυθιστόρημα για μεγάλους και τώρα «Το κουδούνι του τρόμου» . Συμπέρασμα πρώτο : δεν υπάρχει  συγκεκριμένη ηλικία για να διαβάσει κανείς τον Τριβιζά. Όπως αναγράφεται και σε ορισμένα επιτραπέζια παιχνίδια, απευθύνεται σε ηλικίες από 6 ως 99 ετών!  Τα κείμενά του είναι φανταστικά, στην κυριολεξία. Ένας μαγικός ρεαλισμός ξεπηδάει από κάθε σελίδα : νομίζεις ότι κάπου στο χαρτί, εκεί που δε το πιάνει το μάτι, βρίσκεται το Νησί των Πυροτεχνημάτων, όπου ο παπαγάλος, η Σύνθια πίνει χυμό από δροσοσταλίδες!

      Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα οι χαρακτήρες είναι τόσο αληθοφανείς, που μόνο το ονοματεπώνυμό τους τους κατατάσσει στη σφαίρα της φαντασίας. Το ίδιο ρεαλιστικές ειναι και οι πράξεις τους: το λαθρεμπόριο σπάνιων ζώων, οι αταξίες ενός μικρού αγοριού, οι παραξενιές των ηλικιωμένων.  Ο κεντρικός ήρωας, ένα σκανταλιαρικο αγόρι που ακούει στο όνομα Νικολάκης Πιτσιρίμπος, βρίσκεται, άθελά του μπλεγμένος σε ένα σατανικό σχέδιο, στο οποίο εμπλέκονται μια λεοπάρδαλη, δύο εκκεντρικές ηλικιωμένες αδελφές, ένας δαιμόνιος αστυνομικός και οι εργαζόμενοι σε ένα τσίρκο, το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά. Σε κάθε κεφάλαιο προστίθεται και ένα καινούριο πρόσωπο, που σχετίζεται με τα γεγονότα του παρελθόντος και τις παράνομες δραστηριότητες του παρόντος. Πρόκειται για ένα ευχάριστο ανάγνωσμα για τους μεγαλύτερους αναγνώστες από τον λεξιπλάστη παραμυθά, εντυπωσιακό για τους μικρότερους (συμβάλλει και η πολύ καλή εικονογράφηση  του Stephen West και η προσεγμένη έκδοση από τα Ελληνικά Γράμματα σ’αυτό). Φαντασία, χιούμορ μυστήριο και αγωνία συνδυάζονται σε αριστοτεχνικές περιγραφές (Φορούσε ανοιχτόχρωμο λινό κοστούμι με δίχρωμη ορχιδέα στη μπουτονιέρα, γαλάζιο γιλέκο ολοστόλιστο με άνθη λωτού και μικρά ζαφείρια για κουμπιά και παντόφλες από δέρμα λευκού ζαρκάδιου αργυροκεντημένες με το καλλιγραφικό μονόγραμμά του) , για να περάσουν ένα οικολογικό μήνυμα σε παιδιά και μεγάλους.

        Ηθικό δίδαγμα (και συμπέρασμα δεύτερο) : πάντα έχουμε μαζί μας διαλυτικό κόλλας, πριν ξεκινήσουμε να χτυπάμε ξένα κουδούνια το μεσημέρι!

Πάνος Καρνέζης, Μικρές ατιμίες, εκδ. Ελληνικά Γράμματα 2003

Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο γύρισα πίσω στα παιδικά μου καλοκαίρια στο χωριό του παππού και του πατέρα μου, στα μέσα της δεκαετίας του ’70: σκληρό τοπίο, άνυδρο, ανελέητος ήλιος, άνθρωποι σκληροί με μεγάλη υπομονή, «πίσω από τον κόσμο» ήμασταν τότε, χωρίς τις ανέσεις της τεχνολογίας του σήμερα. Στο βουνό, περιμένοντας το λεωφορείο από την πρωτεύουσα του νομού να φέρει τα τρόφιμα και τα νέα κάθε απόγευμα και να κατεβάσει στην πλατεία τους ταλαιπωρημένους επιβάτες.

Με τη ματιά του μικρού παιδιού, δεν μ’ενδιέφερε τίποτε περισσότερο από το παιχνίδι μου: ούτε η έλλειψη βασικών αγαθών (μπορούσα και με τα ελάχιστα) ούτε η απόσταση από τον πολιτισμό. Δεν μπορούσα να διακρίνω τις έγνοιες των μεγάλων ούτε τις αγωνίες τους, πολύ περισσότερο τις «ατιμίες» τους, τις οποίες μεγαλώνοντας διέκρινα σε όλο το μήκος και το πλάτος της ελληνικής επαρχίας: η ματιά της ενηλικίωσης είναι πιο καχύποπτη, πάντα.

Οι χαρακτήρες του Καρνέζη κινούνται μέσα στη γνώριμη ελληνική ύπαιθρο σε ένα χωριό (σαν αυτό της παιδικής μου ηλικίας) που διαμορφώνει τη μοίρα τους. Έχουν μικρά ονόματα, παρατσούκλια (η Φάλαινα είναι το παρατσούκλι του καφετζή που είναι μεγαλόσωμος) ή ιδιότητες: ο παπάς, ο δικηγόρος, η μοδίστρα, ο σταθμάρχης. Δεν χρειάζονται τον προσδιορισμό του επιθέτου. Μαζί τους συνδέονται εξωπραγματικά, φανταστικά πλάσματα, εκτυλίσσονται μικρές ιστορίες, απρόσμενες, κινηματογραφικές, μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου. Η αλυσιδωτή εξέλιξή τους, είναι, κατά τη γνώμη μου ένα μεγάλο πλεονέκτημα του βιβλίου, γιατί δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να «περιηγηθεί» από σπίτι σε σπίτι και από μαγαζί σε μαγαζί σε όλο το χωριό, κάνοντας στάση στο δημαρχείο, την εκκλησία και την πλατεία. Όλοι γνωρίζουν τα μυστικά των άλλων και σταδιακά τα ανακαλύπτει και ο αναγνώστης, μαζί με τα στερεότυπα που συνοδεύουν τη ζωή στην ύπαιθρο. Γι’αυτό και οι ήρωες τείνουν να γίνουν ρεαλιστικοί, αν δεν παρασύρονταν από τη φαντασία του συγγραφέα που τους προσδίδει sui generis χαρακτηριστικά και σκύβει τόσο πάνω τους, που μας κάνει να σκαλίσουμε κάτω από την επίστρωση της σκόνης που αφήνει στα πρόσωπά τους η αναβροχιά του καλοκαιριού και να δούμε την ψυχοσύνθεσή τους.

Άλλοτε με χιούμορ και άλλοτε πιο ωμά περιγράφονται τα ηθικά στραβοπατήματά τους, οι «μικρές ατιμίες τους», οι οποίες κάποτε είναι και μεγάλες (όπως οι φόνοι του δημάρχου, του χασάπη και του σκληρού γαιοκτήμονα) όμως είναι, ως επί το πλείστον, δικαιολογημένες: άλλοτε από τη μοναξιά του τόπου και άλλοτε από τη θεία δίκη, την οποία όλοι την περιμένουν σαν τη φθινοπωρινή βροχή, να ξεπλύνει την αβάσταχτη κάψα της ενοχής και του καλοκαιριού.

Η γραφή του Καρνέζη είναι δουλεμένη και μπορεί να αποδώσει πολύ παραστατικά την ατμόσφαιρα του ανώνυμου ελληνικού χωριού (που θα μπορούσε να είναι κάλλιστα και οποιοδήποτε μεσογειακό, αν δε γίνονταν κάποιες αδρές αναφορές στην μεταπολεμική ελληνική ιστορία) χωρίς να την κάνει να φαίνεται φολκλόρ. Το γεγονός ότι ο ίδιος κατάγεται από αυτή (γεννήθηκε στην  Αμαλιάδα το 1967) δικαιολογεί ανάλογες παραστάσεις και βιώματα. Δεν παρουσιάζονται οι «αγνοί και αμόλυντοι» κάτοικοι της υπαίθρου, αλλά οι κάτοικοι με τα ελαττώματά τους, που δεν τρέφουν αυταπάτες για τη ζωή τους (αναγνωρίζουν ότι δεν υπάρχει μέλλον γι’αυτούς), αλλά δεν είναι διεφθαρμένοι «ως το κόκαλο», όπως οι άνθρωποι της πρωτεύουσας. Η μετριότητα της ελληνικής επαρχίας, ακόμα και σε θέματα ηθικής!

Ο πολιτισμός δεν είχε αγγίξει το χωριό. Η είσοδός του σ’αυτό θα είναι βίαιη, ολοκληρωτικά καταστροφική. Ο κόσμος προχωράει και οι «μικροί» δεν έχουν έχουν θέση στα «μεγάλα σχέδια»ή «οράματα» ή «επιτεύγματα» (τις «μεγάλες ατιμίες»)  που ευαγγελίζεται η πρόοδος. Χάνονται έτσι ανώνυμοι και οι κάτοικοι του χωριού  μαζί με τις μικροδιαφωνίες τους και τις μικροδιαφορές τους: «…δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα καραβάνι ανεπιθύμητων προσφύγων. Τότε μόνο ένιωσαν ντροπή για τον τρόπο που είχαν φερθεί στους Τσιγγάνους που περνούσαν από το χωριό τους όλα εκείνα τα χρόνια. Αλλά περισσότερη ντροπή ένιωσαν ο ένας για τον άλλο, όταν θυμήθηκαν τη μικροψυχία των διαφωνιών τους από αμνημονεύτων χρόνων. Κι αυτό του έκανε να αισθανθούν μια μοναξιά σαν εκείνη του θαλασσινού που έχει ναυαγήσει σε νησί το οποίο δεν υπάρχει σε κανέναν χάρτη.»

Αθάνατη ελληνική επαρχία!

(Το βιβλίο από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα είναι εξαντλημένο. Είχε ξεμείνει καιρό αδιάβαστο στη βιβλιοθήκη μου. Κυκλοφορεί πλέον από τις εκδόσεις Μακόντο (2011) υπό τον νέο τίτλο «Μικρές ατιμίες και άλλα διηγήματα». Το βιβλίο γράφτηκε πρώτα στα αγγλικά(με τον τίτλο «Little Infamies:Stories» και μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον ίδιο το συγγραφέα)