Προκλήσεις, προοπτικές και η ανάγκη για ανανέωση
Παρά την αγάπη για τη λογοτεχνία, την ιστορία, τις γλώσσες και τη σκέψη, όλο και περισσότεροι μαθητές της θεωρητικής κατεύθυνσης αποφεύγουν τις σχολές που συνδέονται άμεσα με τη διδασκαλία. Το φαινόμενο αποτυπώνεται ξεκάθαρα στις βάσεις εισαγωγής, που χρόνο με τον χρόνο παρουσιάζουν κάμψη σε σχολές όπως οι φιλολογίες, τα τμήματα ιστορίας ή φιλοσοφίας.
Κατά τη γνώμη μου, δεν είναι αδιαφορία για τις σπουδές αυτές. Είναι αμφιβολία για την επαγγελματική τους προοπτική. Οι νέοι δεν παραιτούνται από τις ανθρωπιστικές σπουδές — παραιτούνται από την ελπίδα ότι το επάγγελμα του εκπαιδευτικού μπορεί να είναι αξιοπρεπές, βιώσιμο και δημιουργικό στη σημερινή Ελλάδα.
Τι φέρνει αυτή η τάση;
- Πιο χαμηλές βάσεις σε παιδαγωγικά και φιλολογικές σχολές από ό,τι θα αναμενόταν από το ενδιαφέρον που υπάρχει σε μεγάλη μερίδα της νεολαίας για τη λογοτεχνία, το θέατρο και τον πολιτισμό, εν γένει.
- Αύξηση της ζήτησης για τμήματα όπως Νομική, Δημοσιογραφία, Ψυχολογία, ή Διεθνείς Σχέσεις ως «αντίβαρο» της Εκπαίδευσης (υπερεκτιμημένα, κατ’ εμέ).
- Νέα προβλήματα υποστελέχωσης του δημόσιου σχολείου στο μέλλον.
Ο νέος δεν λέει: «Δεν θέλω να σπουδάσω ανθρωπιστικές επιστήμες». Λέει: «Δεν θέλω να γίνω εκπαιδευτικός». Κι αυτό αποτυπώνεται στις επιλογές του.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
- Ανασφάλεια στο επάγγελμα: Ανεπαρκείς διορισμοί, πολυετείς αναπληρώσεις, συχνές μετακινήσεις, μισθοί ανασφάλειας, ενδεχόμενη επαγγελματική στασιμότητα.
- Αγωνιστικότητα άλλων πεδίων: Πιο «μοντέρνα» ή «συναρπαστικά» αντικείμενα όπως οι διεθνείς σπουδές, η τεχνολογία, ο τουρισμός ή οι σπουδές επικοινωνίας.
- Κοινωνικό status και αμοιβές: Το επάγγελμα του εκπαιδευτικού δεν θεωρείται πλέον ελκυστικό ούτε οικονομικά ούτε κοινωνικά, σε σύγκριση με άλλες επιλογές. Η εικόνα του καθηγητή δεν εμπνέει πια σταθερότητα, κύρος ή δημιουργική εξέλιξη — και αυτό, μοιραία, διώχνει τους νέους που κάποτε θα ονειρεύονταν με ενθουσιασμό μια θέση σε μια σχολική αίθουσα.

Τι θα μπορούσε να γίνει;
- Βελτίωση συνθηκών εργασίας των εκπαιδευτικών και αύξηση των διορισμών
Η ανάκτηση της εμπιστοσύνης των νέων προς το επάγγελμα του εκπαιδευτικού περνά απαραίτητα μέσα από τη ριζική αναμόρφωση των όρων εργασίας. Απαιτούνται ξεκάθαρα και δεσμευτικά χρονοδιαγράμματα μόνιμων διορισμών, ώστε να πάψει η πολύχρονη αναμονή και η αίσθηση ανασφάλειας που συνοδεύει σήμερα χιλιάδες πτυχιούχους. Η μονιμοποίηση των αναπληρωτών και ωρομισθίων εκπαιδευτικών δεν μπορεί να είναι απλώς υπόσχεση προεκλογικής συγκυρίας – πρέπει να αποτελέσει θεμέλιο πολιτικής βούλησης και παιδαγωγικού οράματος. Παράλληλα, οι μισθολογικές και εργασιακές συνθήκες πρέπει να ευθυγραμμιστούν με την ευθύνη και το έργο που επιτελούν οι εκπαιδευτικοί: όχι ευκαιριακές λύσεις και ημίμετρα, αλλά ένα σταθερό, αξιοπρεπές πλαίσιο εργασίας, που θα δίνει νόημα και προοπτική στο επάγγελμα: μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη, άμεση επικαιροποίηση των ΑΠ και των σχολικών εγχειριδίων, ουσιαστική επιμόρφωση καθ’όλη τη διάρκεια της επαγγελματικής θητείας. Χωρίς αυτά, καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν θα έχει πραγματικό αντίκρισμα.
2. Διεύρυνση επαγγελματικών διεξόδων για αποφοίτους ανθρωπιστικών σχολών
Για να αποκτήσουν ξανά οι ανθρωπιστικές σπουδές δυναμική και απήχηση, είναι κρίσιμο να συνδεθούν με ένα πιο ευρύ και πολυδιάστατο φάσμα επαγγελματικών προοπτικών. Οι απόφοιτοι φιλολογίας, ιστορίας, φιλοσοφίας, ξένων γλωσσών και συναφών κλάδων μπορούν να αξιοποιηθούν σε πεδία πέρα από τη στενή διδασκαλία: στην ερευνητική δραστηριότητα, την ψηφιακή εκπαίδευση και την παραγωγή εκπαιδευτικού περιεχομένου, αναλογικού και ψηφιακού, τη μουσειακή αγωγή και πολιτιστική διαχείριση, τον χώρο του βιβλίου, των ΜΜΕ, της επικοινωνίας και των ανθρωπιστικών εφαρμογών της τεχνολογίας.
Το Πανεπιστήμιο οφείλει να ενσωματώνει αυτές τις διαδρομές στις σπουδές, μέσω πρακτικής άσκησης, συνεργασιών με φορείς πολιτισμού και εκπαίδευσης, επιμορφώσεων και μεταπτυχιακών που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εποχής. Μόνο όταν οι νέοι δουν ότι μπορούν να εφαρμόσουν την ανθρωπιστική τους παιδεία δημιουργικά, με αντίκρισμα στην κοινωνία και στην αγορά εργασίας, θα επιλέξουν ξανά συνειδητά τις σχετικές σχολές – όχι ως λύση ανάγκης, αλλά ως δρόμο ουσιαστικής επαγγελματικής και προσωπικής εξέλιξης.
Υπάρχουν ήδη αρκετά τμήματα που προσφέρουν πιο σύγχρονες ή εξειδικευμένες ανθρωπιστικές σπουδές — όπως αυτά που εστιάζουν στη μουσειολογία, τη μετάφραση, τον πολιτιστικό τουρισμό, τις ψηφιακές ανθρωπιστικές επιστήμες. Ωστόσο, επειδή λειτουργούν κυρίως σε περιφερειακές πόλεις, συχνά παραμένουν «αθέατα»: δεν προβάλλονται επαρκώς, ενώ το οικονομικό κόστος φοίτησης εκτός έδρας αποθαρρύνει πολλές οικογένειες. Το αποτέλεσμα είναι χαμηλές βάσεις και μικρός αριθμός εισακτέων — όχι λόγω έλλειψης αξίας, αλλά λόγω συνθηκών που πρέπει να αλλάξουν.
Η διεπιστημονικότητα αποτελεί σήμερα κλειδί για την ανανέωση και την ανταγωνιστικότητα των ανθρωπιστικών σπουδών. Σε πολλές χώρες, τα μεταπτυχιακά προγράμματα ανθρωπιστικών τμημάτων συνδέονται οργανικά με επιστήμες όπως τα οικονομικά, η πληροφορική ή οι διεθνείς σχέσεις, προσφέροντας έτσι στους φοιτητές ένα ευρύ φάσμα δεξιοτήτων και προοπτικών απασχόλησης. Αντίστοιχα, και σε προπτυχιακό επίπεδο, ολοένα περισσότερα προγράμματα επιτρέπουν ή και ενθαρρύνουν την επιλογή μαθημάτων και κατευθύνσεων που διαπερνούν τα όρια των παραδοσιακών κλάδων, δημιουργώντας γέφυρες ανάμεσα στην ανθρωπιστική γνώση και τις σύγχρονες ανάγκες της αγοράς και της κοινωνίας. Μια τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να εμπλουτίσει το ελληνικό πανεπιστημιακό τοπίο, κάνοντας τις ανθρωπιστικές σπουδές πιο ευέλικτες, εφαρμόσιμες και ελκυστικές για τους νέους.
3.Επικοινωνιακή στροφή: Προβολή ανθρωπιστικών σπουδών ως παράγοντα δημιουργικής σκέψης
Eίναι κρίσιμο να προβληθούν παραδείγματα αποφοίτων ανθρωπιστικών σχολών που συνδυάζουν δημιουργικά δεξιότητες και πεδία: νέοι που σπούδασαν Φιλολογία, αλλά εξειδικεύτηκαν σε ψηφιακά μέσα, ιστορικοί που εργάζονται σε μουσεία, με χρήση multimedia, γλωσσολόγοι που συνεισφέρουν σε ομάδες ανάπτυξης τεχνητής νοημοσύνης. Αυτά τα «κολάζ δεξιοτήτων» αποτελούν πηγή έμπνευσης και δείχνουν στους μαθητές έναν σύγχρονο, διαθεματικό και παγκόσμια χρήσιμο δρόμο για τις ανθρωπιστικές επιστήμες.
Χρειαζόμαστε εικόνες φρέσκες και ελκυστικές, που να δείχνουν τη σύγχρονη ταυτότητα των ανθρωπιστικών σπουδών και τις δυνατότητες που αυτές ανοίγουν πέρα από τη στερεότυπη εικόνα της σχολικής αίθουσας. Μόνο έτσι θα ανακτηθεί το ενδιαφέρον των νέων, όχι με φόβο ή αναγκαιότητα, αλλά με έμπνευση και προοπτική.
4. Ενίσχυση της αναζήτησης των νέων
Η σύγχρονη νεολαία δεν αδιαφορεί για τη γνώση — το αντίθετο. Έρευνες, όπως αυτή που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο ΒΗΜΑ, δείχνουν ότι οι νέοι επενδύουν συνειδητά στη μόρφωση, την αυτονομία, την προσωπική ανάπτυξη και την επαγγελματική καταξίωση. Ωστόσο, για να μπορέσουν να δουν τις ανθρωπιστικές σπουδές ως μέσο προς αυτούς τους στόχους, χρειάζεται να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται και υποστηρίζονται.
Με τη σωστή καθοδήγηση, πρακτική εφαρμογή και εξωστρεφές πνεύμα, οι ανθρωπιστικές επιστήμες μπορούν να αποτελέσουν ισχυρό εργαλείο για κριτική σκέψη, κοινωνική ευαισθησία, δημιουργικότητα και καινοτομία. Πρέπει να αναδειχθεί ο ρόλος τους όχι μόνο ως θεωρητικής κατάρτισης, αλλά ως θεμελίου προσωπικής και επαγγελματικής συγκρότησης σε έναν κόσμο που χρειάζεται όλο και περισσότερο δεξιότητες επικοινωνίας, πολιτιστικής κατανόησης, γλωσσικής ευφυΐας και ηθικού στοχασμού.
Το ζητούμενο δεν είναι απλώς να «ενισχύσουμε» τις ανθρωπιστικές σχολές, αλλά να τις ξανασυνδέσουμε με τα πραγματικά υπαρξιακά και κοινωνικά ερωτήματα των νέων. Να τους δείξουμε ότι μέσα από αυτές, μπορούν να βρουν όχι μόνο δουλειά — αλλά και φωνή, ταυτότητα, νόημα.

Συμπέρασμα
Η τάση των νέων να αποφεύγουν σχολές που οδηγούν στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού δεν σημαίνει υποβάθμιση των ανθρωπιστικών σπουδών. Είναι πολιτιστικό και επαγγελματικό ζήτημα: οι ανθρωπιστικές σπουδές παραμένουν μια διαχρονική ανάγκη, αλλά πρέπει να μπουν σε νέα τροχιά, με σύγχρονη προοπτική.
Για να γίνει αυτό, χρειάζεται συνδυασμός:
- θεσμικών αλλαγών
- επικοινωνιακής αναβάθμισης
- ευελιξίας και καινοτομίας
Μόνο όταν οι ανθρωπιστικές σπουδές πάψουν να παρουσιάζονται ως «ρομαντική» ή παρωχημένη επιλογή και ξανασυνδεθούν με τις πραγματικές ανησυχίες, τα ταλέντα και τις φιλοδοξίες των νέων, θα ξαναποκτήσουν τη θέση που τους αξίζει. Όχι ως καταφύγιο αδιεξόδου, αλλά ως χώρος δυναμικής σκέψης, έκφρασης, σύνθεσης. Η ερώτηση δεν είναι αν οι ανθρωπιστικές επιστήμες έχουν μέλλον – το μέλλον έχει ανάγκη από αυτές. Το στοίχημα είναι πώς θα τις ξαναπροσεγγίσουν οι νέες γενιές : όχι κοιτώντας πίσω, αλλά προχωρώντας μπροστά.

Discover more from Φιλοblogiko
Subscribe to get the latest posts sent to your email.